Ο Φρίντριχ Μερτς φαίνεται πως θα γίνει ο πιο «αμερικανός καγκελάριος» στην ιστορία της Γερμανίας, καθώς κανένας προκάτοχός του δεν έχει εκδηλώσει μεγαλύτερη συμπάθεια για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο ίδιος έχει επισκεφθεί τις ΗΠΑ περισσότερες από 100 φορές και θεωρεί τον Ρόναλντ Ρίγκαν ως ένα από τα πολιτικά του πρότυπα.
Ο ηγέτης της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU), που επικράτησε στις γερμανικές εκλογές, έχει ιδιαίτερη αδυναμία σε μια φράση του Ρίγκαν που αντικατοπτρίζει τον σκεπτικισμό του απέναντι στην κρατική παρέμβαση: «Οι εννέα πιο τρομακτικές λέξεις στην αγγλική γλώσσα είναι: Είμαι από την κυβέρνηση και είμαι εδώ για να βοηθήσω».
Ωστόσο, τη στιγμή που ο Μερτς ετοιμάζεται να αναλάβει την ηγεσία της Γερμανίας, οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον ο απαραίτητος σύμμαχος που οραματιζόταν. Ο ίδιος και άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες βλέπουν ολοένα και περισσότερο την Ουάσινγκτον όχι ως «φάρο» δημοκρατίας, όπως την αποκαλούσε ο Ρίγκαν, αλλά ως μια δύναμη που, μαζί με τη Ρωσία και την Κίνα, απειλεί την πολιτική σταθερότητα της Γηραιάς Ηπείρου.

Ρήξη στις διατλαντικές σχέσεις
«Αυτή είναι πραγματικά η αλλαγή μιας εποχής», δήλωσε ο Μερτς στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια, αντιδρώντας στην ομιλία του Αμερικανού αντιπροέδρου, Τζέι Ντι Βανς. Ο Βανς χαρακτήρισε τα κεντρώα κόμματα της Ευρώπης –και όχι τη Ρωσία ή την Κίνα– ως τη μεγαλύτερη απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια, προκαλώντας σοκ στους Ευρωπαίους ηγέτες.
Η εμφάνισή του στο Μόναχο ίσως καταγραφεί στην ιστορία ως μια εξίσου κοσμοϊστορική μετατόπιση με την ομιλία του Βλαντιμίρ Πούτιν το 2007 στο ίδιο συνέδριο, όπου ο Ρώσος πρόεδρος κήρυξε ουσιαστικά τον πόλεμο στη φιλελεύθερη τάξη υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Σήμερα, η ίδια η Ουάσινγκτον φαίνεται να απομακρύνεται από αυτή τη συναίνεση.
Γερμανοί ηγέτες, μεταξύ αυτών και ο Μερτς, άργησαν να αντιληφθούν τη νέα πραγματικότητα. Παρέμεναν αισιόδοξοι πως η διατλαντική συμμαχία θα αντέξει, παρά τα μηνύματα της κυβέρνησης Τραμπ για διακοπή της στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία, αμφισβήτηση της δέσμευσης των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ και ενίσχυση ακροδεξιών, φιλορωσικών δυνάμεων στην Ευρώπη.
Για τον Μερτς, έναν αφοσιωμένο υποστηρικτή της διατλαντικής σχέσης, αυτή η αλλαγή αποτελεί σκληρή αφύπνιση. Το ερώτημα που θα καθορίσει τη θητεία του είναι αν μπορεί να οδηγήσει τη Γερμανία και την Ευρώπη στην υπεράσπιση της φιλελεύθερης τάξης χωρίς την υποστήριξη των ΗΠΑ – ή αν, όπως ο ίδιος προειδοποίησε στο Μόναχο, είναι ήδη πολύ αργά.

Το προφίλ του Φρίντριχ Μερτς
Ο Φρίντριχ Μερτς γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1955 και είναι επικεφαλής της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) από τον Ιανουάριο του 2022. Το 2024 επιλέχθηκε ως υποψήφιος καγκελάριος της Γερμανίας για τις εκλογές του 2025.
Απόφοιτος νομικής, ξεκίνησε την καριέρα του ως δικαστής και εταιρικός δικηγόρος, πριν εισέλθει στην πολιτική το 1989 ως ευρωβουλευτής. Το 2000 εξελέγη επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας CDU/CSU, αλλά η πολιτική του πορεία διασταυρώθηκε με εκείνη της Άνγκελα Μέρκελ, η οποία ανέλαβε την ηγεσία του CDU την ίδια χρονιά.
Μετά τις εκλογές του 2002, η Μέρκελ διεκδίκησε την προεδρία της κοινοβουλευτικής ομάδας, αφήνοντας τον Μερτς σε ρόλο αναπληρωτή. Το 2004, αποχώρησε από την ενεργό πολιτική και εργάστηκε σε διοικητικά συμβούλια μεγάλων εταιρειών, όπως η BlackRock Γερμανίας. Το 2018 ανακοίνωσε την επιστροφή του στην πολιτική, αναλαμβάνοντας τελικά την ηγεσία του CDU το 2022.
Ιδεολογικά, ο Μερτς αυτοχαρακτηρίζεται φιλελεύθερος-συντηρητικός. Είναι υποστηρικτής του οικονομικού φιλελευθερισμού, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, ενώ έχει ταχθεί υπέρ της δημιουργίας ευρωπαϊκού στρατού. Παράλληλα, ήταν για χρόνια πρόεδρος της Atlantik-Brücke, μιας οργάνωσης που προωθεί τη γερμανοαμερικανική συνεργασία.
Γνωστός για την οικονομική του επιφάνεια, είναι πολυεκατομμυριούχος και ιδιώτης πιλότος με δύο αεροσκάφη στην κατοχή του. Πηγή: politico.com

 

Ακολουθήστε μας στο Facebook, Instagram και Twitter