Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε σήμερα τρεις νέες πρωτοβουλίες που είναι απαραίτητες για την υλοποίηση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Η Επιτροπή προτείνει νέους κανόνες για την ανάσχεση της αποψίλωσης των δασών που προκαλείται από την ΕΕ, καθώς και νέους κανόνες για τη διευκόλυνση της μεταφοράς αποβλήτων εντός της ΕΕ, με σκοπό την προώθηση της κυκλικής οικονομίας και την αντιμετώπιση των εξαγωγών παράνομων αποβλήτων και των προκλήσεων που αντιμετωπίζει στον τομέα των αποβλήτων σε τρίτες χώρες. Η Επιτροπή παρουσιάζει επίσης νέα στρατηγική για το έδαφος με στόχο την αποκατάσταση, την ανθεκτικότητα και την επαρκή προστασία όλων των ευρωπαϊκών εδαφών έως το 2050. Με τις σημερινές προτάσεις, η Επιτροπή παρουσιάζει τα εργαλεία για τη μετάβαση σε μια κυκλική οικονομία, την προστασία της φύσης και την αναβάθμιση των περιβαλλοντικών προτύπων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον κόσμο.
Ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, κ. Φρανς Τίμερμανς, δήλωσε: «Για να επιτύχουμε στον παγκόσμιο αγώνα κατά της κλιματικής κρίσης και της κρίσης της βιοποικιλότητας, πρέπει να αναλάβουμε την ευθύνη να δράσουμε τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Ο κανονισμός μας για την αποψίλωση των δασών ανταποκρίνεται στις εκκλήσεις των πολιτών για ελαχιστοποίηση της ευρωπαϊκής συμβολής στην αποψίλωση των δασών και προώθηση της βιώσιμης κατανάλωσης. Οι νέοι κανόνες μας που διέπουν τη μεταφορά αποβλήτων θα τονώσουν την κυκλική οικονομία και θα διασφαλίσουν ότι οι εξαγωγές αποβλήτων δεν βλάπτουν το περιβάλλον ή την ανθρώπινη υγεία αλλού. Παράλληλα, η στρατηγική μας για το έδαφος θα επιτρέψει στο έδαφος να καταστεί υγιές, να χρησιμοποιηθεί με βιώσιμο τρόπο και να τύχει της νομικής προστασίας που χρειάζεται.»
Ο επίτροπος Περιβάλλοντος, Ωκεανών και Αλιείας, κ. Βιργκίνιους Σινκέβιτσιους, δήλωσε: «Εάν αναμένουμε από τους εταίρους μας πιο φιλόδοξες πολιτικές για το κλίμα και το περιβάλλον, θα πρέπει να σταματήσουμε να εξάγουμε ρύπανση και να στηρίζουμε οι ίδιοι την αποψίλωση των δασών. Οι κανονισμοί για την αποψίλωση των δασών και τη μεταφορά αποβλήτων που θέτουμε επί τάπητος είναι οι πιο φιλόδοξες νομοθετικές προσπάθειες για την αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων σε παγκόσμιο επίπεδο μέχρι σήμερα. Με τις προτάσεις αυτές, αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας και υλοποιούμε τις δεσμεύσεις μας μειώνοντας τον παγκόσμιο αντίκτυπό μας στη ρύπανση και την απώλεια βιοποικιλότητας. Προτείνουμε επίσης μια πρωτοποριακή στρατηγική της ΕΕ για το έδαφος με ισχυρό πολιτικό θεματολόγιο που θα του παρέχει το ίδιο επίπεδο προστασίας με το νερό, το θαλάσσιο περιβάλλον και τον αέρα.»
Η Επιτροπή προτείνει νέο κανονισμό για την ανάσχεση της αποψίλωσης και της υποβάθμισης των δασών που προκαλούνται από την ΕΕ. Μόλις από το 1990 έως το 2020, ο πλανήτης απώλεσε 420 εκατ. εκτάρια δάσους, έκταση μεγαλύτερη από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι προτεινόμενοι νέοι κανόνες θα εγγυώνται ότι τα προϊόντα που αγοράζουν, χρησιμοποιούν και καταναλώνουν οι πολίτες της ΕΕ στην αγορά της ΕΕ δεν συμβάλλουν στην παγκόσμια αποψίλωση και υποβάθμιση των δασών. Η κύρια κινητήρια δύναμη αυτών των διεργασιών είναι η επέκταση της γεωργίας, η οποία συνδέεται με τα βασικά προϊόντα —σόγια, βοδινό κρέας, φοινικέλαιο, ξυλεία, κακάο και καφές— και ορισμένα από τα παράγωγα προϊόντα τους.
Ο κανονισμός θεσπίζει αναγκαστικούς κανόνες δέουσας επιμέλειας για τις εταιρείες που επιθυμούν να διαθέσουν τα εν λόγω βασικά προϊόντα στην αγορά της ΕΕ, ώστε να διασφαλιστεί ότι μόνο νόμιμα προϊόντα και προϊόντα μηδενικής αποψίλωσης επιτρέπονται στην αγορά της ΕΕ. Η Επιτροπή θα χρησιμοποιήσει σύστημα συγκριτικής αξιολόγησης για την αξιολόγηση των χωρών και του επιπέδου κινδύνου αποψίλωσης και υποβάθμισης των δασών που προκαλείται από τα βασικά προϊόντα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού.
Η Επιτροπή θα εντείνει τον διάλογο με άλλες μεγάλες καταναλώτριες χώρες και θα συνεργαστεί πολυμερώς για να ενώσει τις προσπάθειές της μαζί τους. Οι νέοι κανόνες αναμένεται να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και την απώλεια βιοποικιλότητας, προωθώντας την κατανάλωση προϊόντων «μηδενικής αποψίλωσης» και μειώνοντας τον αντίκτυπο της ΕΕ στην παγκόσμια αποψίλωση και υποβάθμιση των δασών. Τέλος, η αντιμετώπιση της αποψίλωσης και της υποβάθμισης των δασών θα έχει θετικές επιπτώσεις στις τοπικές κοινότητες, συμπεριλαμβανομένων των πλέον ευάλωτων πληθυσμών, όπως οι αυτόχθονες πληθυσμοί, οι οποίοι εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα δασικά οικοσυστήματα.
Στο πλαίσιο του αναθεωρημένου κανονισμού για τη μεταφορά αποβλήτων, η Επιτροπή υλοποιεί τις φιλοδοξίες για την κυκλική οικονομία και τη μηδενική ρύπανση, προτείνοντας αυστηρότερους κανόνες για τις εξαγωγές αποβλήτων, αποτελεσματικότερο σύστημα για την κυκλοφορία των αποβλήτων ως πόρου και αποφασιστική δράση κατά της παράνομης διακίνησης αποβλήτων. Οι εξαγωγές αποβλήτων σε χώρες εκτός ΟΟΣΑ θα περιοριστούν και θα επιτρέπονται μόνον εάν οι τρίτες χώρες είναι πρόθυμες να παραλάβουν ορισμένα απόβλητα και είναι σε θέση να τα διαχειριστούν με βιώσιμο τρόπο. Οι μεταφορές αποβλήτων προς χώρες του ΟΟΣΑ θα παρακολουθούνται και μπορούν να ανασταλούν εάν δημιουργούν σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα στη χώρα προορισμού. Σύμφωνα με την πρόταση, όλες οι εταιρείες της ΕΕ που εξάγουν απόβλητα εκτός της ΕΕ θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι εγκαταστάσεις που παραλαμβάνουν τα απόβλητά τους υπόκεινται σε ανεξάρτητο έλεγχο που αποδεικνύει ότι διαχειρίζονται τα απόβλητα αυτά με περιβαλλοντικά ορθό τρόπο.
Εντός της ΕΕ, η Επιτροπή προτείνει να απλουστευθούν σημαντικά οι καθιερωμένες διαδικασίες, ώστε να διευκολυνθεί η επανείσοδος αποβλήτων στην κυκλική οικονομία χωρίς να μειωθεί το αναγκαίο επίπεδο ελέγχου. Κατά τον τρόπο αυτόν θα μειωθεί η εξάρτηση της ΕΕ από πρωτογενείς πρώτες ύλες και θα δοθεί ώθηση στην καινοτομία και στην απαλλαγή της βιομηχανίας της ΕΕ από τις ανθρακούχες εκπομπές, ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι της ΕΕ για το κλίμα. Οι νέοι κανόνες εισάγουν επίσης τη μεταφορά αποβλήτων στην ψηφιακή εποχή με την εισαγωγή της ηλεκτρονικής ανταλλαγής εγγράφων.
Ο κανονισμός για τη μεταφορά αποβλήτων ενισχύει περαιτέρω τη δράση κατά της παράνομης διακίνησης αποβλήτων, μιας από τις σοβαρότερες μορφές περιβαλλοντικού εγκλήματος, δεδομένου ότι οι παράνομες μεταφορές αντιπροσωπεύουν δυνητικά έως και το 30 % των μεταφορών αποβλήτων, αξίας 9,5 δισ. ευρώ ετησίως. Η βελτίωση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας του καθεστώτος επιβολής περιλαμβάνει τη σύσταση ομάδας επιβολής της ΕΕ για τη μεταφορά αποβλήτων, την εξουσιοδότηση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) να υποστηρίζει τις διεθνικές έρευνες των κρατών μελών της ΕΕ σχετικά με την παράνομη διακίνηση αποβλήτων και τη θέσπιση αυστηρότερων κανόνων σχετικά με τις διοικητικές κυρώσεις.
Τέλος, η Επιτροπή παρουσιάζει επίσης σήμερα νέα στρατηγική της ΕΕ για το έδαφος — ένα σημαντικό παραδοτέο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και της στρατηγικής της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030, με σκοπό την αντιμετώπιση της κλιματικής και της οικολογικής κρίσης. Τα υγιή εδάφη αποτελούν την πηγή του 95 % των τροφίμων που καταναλώνουμε, φιλοξενούν πάνω από το 25 % της βιοποικιλότητας στον κόσμο και αποτελούν τη μεγαλύτερη χερσαία δεξαμενή άνθρακα στον πλανήτη. Εντούτοις, το 70 % των εδαφών στην ΕΕ δεν βρίσκονται σε καλή κατάσταση. Η στρατηγική χαράσσει πλαίσιο με συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία, την αποκατάσταση και τη βιώσιμη χρήση των εδαφών, και προτείνει σύνολο εθελοντικών και νομικά δεσμευτικών μέτρων. Η εν λόγω στρατηγική αποσκοπεί στην αύξηση του εδαφικού άνθρακα στις γεωργικές εκτάσεις, στην καταπολέμηση της απερήμωσης, στην αποκατάσταση υποβαθμισμένων γαιών και εδαφών, και στη διασφάλιση ότι, έως το 2050, όλα τα εδαφικά οικοσυστήματα θα βρίσκονται σε υγιή κατάσταση.
Η στρατηγική επιδιώκει να εξασφαλιστεί το ίδιο επίπεδο προστασίας για το έδαφος με εκείνο που ισχύει για τα ύδατα, το θαλάσσιο περιβάλλον και τον αέρα στην ΕΕ. Αυτό θα γίνει μέσω πρότασης, έως το 2023, νέου νόμου για την υγεία του εδάφους, μετά από εκτίμηση επιπτώσεων και ευρεία διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και τα κράτη μέλη. Η στρατηγική κινητοποιεί επίσης την αναγκαία κοινωνική δέσμευση και τους αναγκαίους χρηματοδοτικούς πόρους, καθώς και την ανταλλαγή γνώσεων, ενώ προωθεί πρακτικές και παρακολούθηση για τη βιώσιμη διαχείριση του εδάφους, υποστηρίζοντας τη φιλοδοξία της ΕΕ για παγκόσμια δράση για το έδαφος.