29 χρόνια κλείνουν φέτος από την κρίση των Ιμίων, όταν η Ελλάδα βρέθηκε αντιμέτωπη με κατάφωρη πρόκληση από την Τουρκία, η οποία επιχείρησε να αμφισβητήσει την ελληνική κυριαρχία στις δύο μικρές βραχονησίδες στο νοτιοανατολικό Αιγαίο. Τα ερωτήματα για την νύχτα της 31ης Ιανουαρίου του 1996 όταν Ελλάδα και Τουρκία, έφτασαν μια ανάσα από τον πόλεμο, όχι μόνο παραμένουν αναπάντητα, αλλά και οι πρωταγωνιστές τους, φεύγουν από την ζωή, παίρνοντας τα μυστικά μαζί τους.

Η κρίση ξεκίνησε το βράδυ των Χριστουγέννων του 1995, όταν το τουρκικό πλοίο Figen Akat προσάραξε κοντά στις βραχονησίδες Ίμια.
Ο καπετάνιος του πλοίου, σε μια ξεκάθαρα υποκινούμενη ενέργεια, αρνήθηκε τη βοήθεια του ελληνικού Λιμενικού, δηλώνοντας ότι «τα Καρντάκ (σ.σ η τουρκική ονομασία των Ιμίων) είναι τουρκική επικράτεια».
Η ελληνική πλευρά αντέδρασε με ψυχραιμία, αλλά η Άγκυρα εκμεταλλεύτηκε το περιστατικό για να εγείρει αξιώσεις κυριαρχίας στις βραχονησίδες.
Η Τουρκία επικαλέστηκε ανυπόστατους ισχυρισμούς περί «γκρίζων ζωνών», αμφισβητώντας τις διεθνείς συνθήκες που κατοχυρώνουν την ελληνική κυριαρχία.
Η Συνθήκη της Λωζάννης του 1923 και η Συνθήκη των Παρισίων του 1947 καθορίζουν με σαφήνεια ότι τα Ίμια ανήκουν στην Ελλάδα.
Ωστόσο, η Τουρκία, με μια μακροχρόνια στρατηγική επιθετικής αναθεωρητικότητας, επιχείρησε να δημιουργήσει τετελεσμένα: Δύο ημέρες μετά την αποχώρηση του «Φιγκέν Ακάτ» από τα Ίμια, από ελληνικό ρυμουλκό και συνοδεία ελληνικών πολεμικών πλοίων, η τουρκική διπλωματία αποστέλλει στο Ελληνικό Υπουργείο εξωτερικών αυτό που μέχρι σήμερα αποτελεί μία από τις βασικές αξιώσεις της στο Αιγαίο.
Η ρηματική διακοίνωση που λαμβάνει το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών αναφέρει πως τα Ίμια αποτελούν τουρκική επικράτεια. Στο τουρκικό κείμενο η Άγκυρα για πρώτη φορά με τρόπο επίσημο αξιώνει Ελληνικά εδάφη σε ανώτατο επίπεδο.
Η τουρκική διάθεση για «γκριζάρισμα» του Αιγαίου διατυπωνόταν από την δεκαετία του ’70 αλλά ποτέ μέχρι τις 28 Δεκεμβρίου του 1995 δεν είχε εκφραστεί ανοιχτά και επίσημα.
Η Ελλάδα θα απαντήσει με αντίστοιχη ρηματική διακοίνωση στις αρχές Ιανουαρίου του 1996 ξεκαθαρίζοντας με επιχειρήματα και με βάση το Διεθνές Δίκαιο πως δεν τίθεται κανένα θέμα αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας στην περιοχή.

Η κλιμάκωση της κρίσης: Ένα σκηνικό έντασης
Αν και οι διπλωματικές κινήσεις έγιναν χωρίς να τραβήξουν τα φώτα της δημοσιότητας, η κλιμάκωση της κρίσης, ξεκίνησε, στις 26 Ιανουαρίου: ο Δήμαρχος Καλύμνου, συνοδευόμενος από τον αστυνομικό διοικητή του νησιού και έναν ψαρά αποβιβάζονται στην ανατολική Ίμια και τοποθετούν μέσα σε μία στοίβα από πέτρες την Ελληνική σημαία σε ένα σκουπόξυλο.
Η αντίδραση της Τουρκίας ήταν άμεση και προκλητική: Τούρκοι δημοσιογράφοι του πρακτορείου Hürriyet κατέβασαν την ελληνική σημαία και ύψωσαν την τουρκική.
Στις 28 Ιανουαρίου άνδρες του περιπολικού του Πολεμικού Ναυτικού «Αντωνίου» κατεβάζουν την τουρκική σημαία και υψώνουν πάλι την ελληνική και το βράδυ εκείνης της ημέρας, Έλληνες βατραχάνθρωποι αποβιβάζονται στη Μεγάλη Ιμία.
Η συγκέντρωση στρατιωτικών δυνάμεων, πολεμικών πλοίων και αεροσκαφών από τις δύο πλευρές δημιούργησε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο σκηνικό.
Η Τουρκία συνέχισε να κλιμακώνει την ένταση, στέλνοντας στρατιωτικές δυνάμεις σε μία από τις βραχονησίδες, μια πράξη που παραβίαζε κατάφωρα την ελληνική κυριαρχία.

Η νύχτα της κρίσης: Η Ελλάδα υπερασπίζεται τα δικαιώματά της
Στις 30 Ιανουαρίου 1996, η ελληνική κυβέρνηση διέταξε την πλήρη κινητοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων. Ο ελληνικός στόλος βρέθηκε σε θέση μάχης, με πολεμικά πλοία και υποβρύχια να περιπολούν γύρω από τα Ίμια. Παράλληλα, οι ειδικές δυνάμεις της χώρας είχαν αναπτυχθεί, έτοιμες να υπερασπιστούν την κυριαρχία της Ελλάδας.
Η Τουρκία, από την πλευρά της, δεν δίστασε να αυξήσει περαιτέρω την επιθετικότητά της, ενισχύοντας τη στρατιωτική παρουσία της στην περιοχή. Η κατάσταση ήταν εξαιρετικά τεταμένη, με τον κίνδυνο πολεμικής σύρραξης να βρίσκεται προ των πυλών.
Τα μεσάνυχτα συγκαλείται σύσκεψη στο γραφείο του πρωθυπουργού και ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Θεόδωρος Πάγκαλος, φθάνει καθυστερημένα, επειδή παίρνει μέρος σε τηλεοπτική εκπομπή.
Στο ΓΕΕΘΑ καταφθάνουν πληροφορίες ότι Τούρκοι κομάντος αποβιβάζονται στη Μικρή Ιμία.
Ελικόπτερο του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού απονηώνεται από τη φρεγάτα «Ναυαρίνο» για να επιβεβαιώσει την πληροφορία.
Το πλήρωμα του ελικοπτέρου αναφέρει ότι εντόπισε περί τους 10 Τούρκους κομάντος με τη σημαία τους. Δίνεται εντολή να επιστρέψει στη βάση του και ενώ πετά μεταξύ των βραχονησίδων Πίτα και Καλόλιμνος χάνεται από τα ραντάρ.
Λίγη ώρα μετά θα ανασυρθούν νεκρά και τα τρία μέλη του πληρώματος, ο υποπλοίαρχος Χριστόδουλος Καραθανάσης, ο υποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος και ο αρχικελευστής Έκτορας Γιαλοψός.

Ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών
Η πιθανότητα ένοπλης σύρραξης μεταξύ δυο χωρών μελών του ΝΑΤΟ, οδήγησε στην άμεση και ξεκάθαρη παρέμβαση των ΗΠΑ: ο τότε βοηθός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, ανέλαβε να μεσολαβήσει μεταξύ των δύο πλευρών.
Μέσα από πιέσεις, η Ελλάδα και η Τουρκία συμφώνησαν στην απόσυρση στρατευμάτων, πλοίων και σημαιών από την περιοχή.
Την επόμενη ημέρα της κρίσης, ο Έλληνας πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, απευθυνόμενος στη Βουλή, δήλωσε:
«Θέλω να ευχαριστήσω την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών για τη συμβολή της στην αποκλιμάκωση της κρίσης».
Η δήλωση αυτή προκάλεσε αντιδράσεις, με την αντιπολίτευση να κατηγορεί την κυβέρνηση για αδυναμία να διαχειριστεί την κατάσταση και για «ενδοτικότητα».
Ο Σημίτης υπεραμύνθηκε των επιλογών της κυβέρνησης, υποστηρίζοντας ότι προτεραιότητα ήταν η αποφυγή ενός πολέμου που θα είχε καταστροφικές συνέπειες για τη χώρα.
Παράλληλα, αναφέρθηκε στην ανάγκη για ενίσχυση της εθνικής άμυνας και στην ανάγκη διαρκούς ετοιμότητας απέναντι σε τουρκικές προκλήσεις.

Τα τρία αναπάντητα ερωτήματα
Η κρίση των Ιμίων, παραμένει μέχρι σήμερα μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές στην ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Παρά την αποκλιμάκωση και την αποφυγή πολέμου, τρία βασικά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα, τροφοδοτώντας τη δημόσια συζήτηση και τις θεωρίες γύρω από τα γεγονότα.
1. Τι έγινε με το ελικόπτερο του Πολεμικού Ναυτικού;
Στην πιο δραματική στιγμή της κρίσης, τη νύχτα της 30ής προς 31η Ιανουαρίου, ένα ελικόπτερο του Πολεμικού Ναυτικού κατέπεσε στη θαλάσσια περιοχή γύρω από τα Ίμια.
Οι τρεις αξιωματικοί που επέβαιναν – ο υποπλοίαρχος Χριστόδουλος Καραθανάσης, ο υποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος και ο αρχικελευστής Έκτορας Γιαλοψός – σκοτώθηκαν.
Η επίσημη εκδοχή ανέφερε ότι το ελικόπτερο κατέπεσε λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών και μηχανικής βλάβης. Ωστόσο, οι μαρτυρίες, οι φήμες και οι θεωρίες συνωμοσίας αφθονούν. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι το ελικόπτερο δέχθηκε πυρά από τουρκικές δυνάμεις, ενώ άλλοι κάνουν λόγο για λάθος χειρισμούς στη διαχείριση της αποστολής.
Το ζήτημα παραμένει ευαίσθητο και ανοιχτό. Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις για πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης, η απουσία επίσημης έρευνας έχει ενισχύσει τη δυσπιστία της κοινής γνώμης.
2. Τι ειπώθηκε στο τηλεφώνημα του Κώστα Σημίτη με τον Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ;
Η παρέμβαση του τότε βοηθού υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, ήταν καθοριστική για την αποκλιμάκωση της κρίσης. Μέσα από μια σειρά τηλεφωνικών επαφών με τον Έλληνα πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη και τον Τούρκο ομόλογό του, ο Χόλμπρουκ κατάφερε να οδηγήσει τις δύο πλευρές σε συμφωνία για την απόσυρση στρατευμάτων, σημαιών και πλοίων από την περιοχή.
Το περιεχόμενο της συνομιλίας μεταξύ Σημίτη και Χόλμπρουκ παραμένει, ωστόσο, ασαφές. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Έλληνας πρωθυπουργός δέχθηκε ισχυρές πιέσεις να αποφύγει οποιαδήποτε στρατιωτική κίνηση, παρά την επιμονή ορισμένων κύκλων για δυναμική απάντηση. Ο ίδιος ο Σημίτης δήλωσε αργότερα ότι η προτεραιότητα της κυβέρνησης ήταν η αποφυγή πολέμου, κάτι που προκάλεσε αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας.
Η έλλειψη διαφάνειας γύρω από το περιεχόμενο αυτής της συνομιλίας έχει δημιουργήσει ερωτήματα σχετικά με τον ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών στην κρίση και το εάν η ελληνική κυβέρνηση υπαναχώρησε από εθνικές θέσεις υπό εξωτερικές πιέσεις.
3. Πόσο κοντά βρεθήκαμε σε πόλεμο;
Ήταν άραγε η Ελλάδα και η Τουρκία μια «ανάσα» πριν από μια στρατιωτική σύρραξη; Οι στρατιωτικές δυνάμεις και των δύο πλευρών είχαν τεθεί σε κατάσταση ύψιστης ετοιμότητας. Στη θαλάσσια περιοχή γύρω από τα Ίμια συγκεντρώθηκαν πολεμικά πλοία, ενώ μαχητικά αεροσκάφη και υποβρύχια βρίσκονταν σε πλήρη επιφυλακή.
Οι εντολές που είχαν δοθεί στις ειδικές δυνάμεις και στις δύο πλευρές ήταν ξεκάθαρες: να υπερασπιστούν τις θέσεις τους με κάθε τρόπο.
Ορισμένες αναφορές κάνουν λόγο για κινήσεις που απείχαν ελάχιστα από την έναρξη εχθροπραξιών. Η πτώση του ελληνικού ελικοπτέρου, για παράδειγμα, θεωρήθηκε από κάποιους ως αφορμή που θα μπορούσε να οδηγήσει σε σύγκρουση.
Ωστόσο, η αμερικανική παρέμβαση απέτρεψε την κλιμάκωση.
Η ίδια η φύση της κρίσης, όμως, αποδεικνύει πόσο κοντά βρέθηκαν οι δύο χώρες στον πόλεμο. Μια λάθος εκτίμηση, μια παρεξήγηση ή μια επιθετική κίνηση θα μπορούσε να είχε αλλάξει την πορεία της ιστορίας.

Ένας κύκλος που δεν έκλεισε
Τα ερωτήματα γύρω από την κρίση των Ιμίων παραμένουν ζωντανά και τροφοδοτούν την πολιτική και ιστορική συζήτηση. Το ελικόπτερο, το τηλεφώνημα και η απόσταση που μας χώριζε από τον πόλεμο δεν είναι απλώς θέματα παρελθόντος.
Η ιστορία των Ιμίων δεν είναι μόνο μια ιστορία κρίσης. Είναι και μια ιστορία ανοιχτών λογαριασμών, που συνεχίζουν να σκιάζουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις μέχρι σήμερα.Πηγή: cnn.gr

 

Ακολουθήστε μας στο Facebook, Instagram και Twitter