Η ιστορία του παγωτού. Από έδεσμα των βασιλιάδων σε αγαπημένο γλυκό του λαού. Η σύγχρονη συνταγή θεωρείται επινόηση ενός ψαρά
Διαχρονικά, το πρώτο παγωτό σηματοδοτεί την αρχή του καλοκαιριού και το τελευταίο την επιστροφή στα θρανία. Ειδικά παλιότερα, πολλά παιδιά συνήθιζαν να τα μετράνε, ακριβώς όπως τα μπάνια στη θάλασσα. Έτσι, όταν έβλεπαν και πάλι τους φίλους τους στο σχολείο, άφηναν τους αριθμούς να «κονταροχτυπηθούν». Μόλις τα τελευταία χρόνια το φαινόμενο άρχισε να εκλείπει. Κι αυτό διότι πλέον πολλά μαγαζιά έχουν παγωτά στα ψυγεία τους καθ΄ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Ωστόσο, το διασημότερο και πιο αγαπητό γλύκισμα στον κόσμο έχει διανύσει μακρά πορεία και έχει περάσει από πολλά στάδια μέχρι να καθιερωθεί στη συλλογική συνείδηση… Το έδεσμα των βασιλιάδων Το παγωτό ως το προϊόν που γνωρίζουμε σήμερα έφτασε στην Ελλάδα μόλις τη δεκαετία του ’30. Η ιστορία του όμως χάνεται πολύ βαθιά στο παρελθόν. Η πρώτη καταγεγραμμένη -πρώιμη- μορφή παγωτού έχει τις ρίζες της στην αρχαία Ελλάδα. Λέγεται ότι ο Μέγας Αλέξανδρος απολάμβανε να τρώει φρούτα που είχαν παγώσει από το χιόνι, περιχυμένα με μέλι.
Με σημερινούς όρους, το σνακ αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα αποδομημένο σορμπέ παγωτό με σιρόπι. Κάτι ανάλογο γευόταν συχνά και ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Νέρωνας τον 1ο αιώνα μ.Χ. Καθώς βέβαια σπάνια χιόνιζε χαμηλά, εκεί που ήταν χτισμένο το παλάτι, έστελνε τους σκλάβους του να μαζέψουν φρέσκο χιόνι από τα βουνά. Αρκετούς αιώνες αργότερα, επί δυναστείας των Τανγκ (618 με 907 μ.Χ.), εμφανίστηκε στην Κίνα μία εξελιγμένη εκδοχή του γλυκίσματος: πάγος αναμεμιγμένος με γάλα. Ο Μάρκο Πόλο τον 13ο αιώνα ήταν ένας από τους πρώτους Ευρωπαίους που το γεύτηκε και αποφάσισε να το φέρει πίσω στην πατρίδα του ως «λάφυρο».
Έτσι, η ιδέα εξαπλώθηκε και πάλι στη γηραιά ήπειρο. Στις αρχές του 17ου αιώνα καταγράφεται ότι ο βασιλιάς Καρόλος Α’ της Αγγλίας πλήρωνε τον Γάλλο σεφ του 500 λίρες ετησίως ως «επίδομα σιωπής», για να μην αποκαλύψει τη συνταγή του εντυπωσιακού «επιδόρπιου που θύμιζε χιόνι».
Ωστόσο, με τον καιρό η συνταγή διέρρευσε. Παρέμεινε όμως έδεσμα των πλουσίων. Άλλωστε, η παρασκευή και συντήρηση του πάγου ήταν δύσκολη και δαπανηρή. Ο Μέγας Αλέξανδρος και ρωμαίοι αυτοκράτορες συνήθιζαν να τρώνε παγωμένα φρούτα με τη συνοδεία κάποιου γλυκαντικού.
Ο πρώτος άνθρωπος που καταγράφεται να εισάγει το παγωτό ως έδεσμα στο μαγαζί του ήταν ο Σικελός μάγειρας Φραντσέσκο Προκόπιο ντέι Κολτέλι. Το «Café Procope», στην καρδιά του Παρισιού, ήταν το πρώτο καφενείο της γαλλικής πρωτεύουσας. Πολύ γρήγορα εξελίχθηκε σε στέκι διανοούμενων, με μεγάλες προσωπικότητες της εποχής όπως ο Ρουσώ, ο Βολταίρος και ο Ντιντερό να γίνονται τακτικοί θαμώνες.
Ένας από τους βασικούς λόγους της επιτυχίας του ήταν το παγωτό που σέρβιρε. Ο Φραντσέσκο Προκόπιο είχε «κληρονομήσει» την συνταγή από τον παππού του. Ψαράς στο επάγγελμα, είχε τύχει σε ένα ταξίδι του να δοκιμάσει το περσικό «şerbet», ένα δροσιστικό γλυκό ρόφημα αναμεμειγμένο με λεμόνια και γάλα.
Ως τότε, η ιταλική του εκδοχή «sorbetto» δεν περιείχε καθόλου γάλα. Ο Προκόπιο ο γηραιότερος ενθουσιάστηκε και βάλθηκε να κατασκευάσει το μηχάνημα που χρησιμοποιούσαν οι Πέρσες. Όταν το κατάφερε, το παρέδωσε στον εγγονό του. Πράγματι, χρόνια αργότερα, ο νεαρός μάγειρας ξεκίνησε να πειραματίζεται με τη μηχανή στο καινούριο του μαγαζί.
Το πείραμα στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία και αριστοκράτες από κάθε γωνιά της Γαλλίας άρχισαν να σπεύδουν μαζικά στα καφενείο του Φραντσέσκο. Η φήμη του ίδιου, του παγωτού, αλλά και του καφενείου εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη! Αξίζει να σημειωθεί ότι το «Le Procope» λειτουργεί αδιαλείπτως μέχρι σήμερα. Εξακολουθεί μάλιστα να σερβίρει «ένα από τα πιο εύγεστα παγωτά της γηραιάς ηπείρου και όχι μόνον»…. Πηγή: mixanitouxronou