Τόσο οι τιμές των οικιών όσο και των διαμερισμάτων είναι ακόμα πολύ πιο χαμηλά από τα επίπεδα του 2010
Είναι δεδομένο και αναμενόμενο ότι καθώς οι τιμές των πρώτων υλών συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία, αναπόφευκτα θα αυξηθούν και οι τελικές τιμές πώλησης καινούργιων ακινήτων. Αυξημένο θα είναι επίσης το κόστος για όσους προτίθενται να ανακαινίσουν/αναβαθμίσουν το ακίνητό τους.
Το πόσο θα αυξηθούν οι τιμές θα εξαρτηθεί κατά κύριο λόγο από την πορεία των τιμών διεθνώς και την χρονική περίοδο κατά την οποία θα είναι αυξημένες.
Ωστόσο, είναι καλό να έχουμε μία ξεκάθαρη απεικόνιση της κατάστασης σε σχέση με τις τιμές στην αγορά. Πρόσφατα, η Κεντρική Τράπεζα δημοσίευσε τους Δείκτες Τιμών Κατοικιών για το τέταρτο τρίμηνο του 2021. Σύμφωνα με τον Δείκτη, οι τιμές οικιών αυξήθηκαν κατά 1% σε ετήσια βάση και των διαμερισμάτων κατά 6.3%. Συνολικά η ετήσια αύξηση ήταν 2.6%, αισθητά χαμηλότερη από τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας. Παράλληλα, το συγκεκριμένο τρίμηνο το κατασκευαστικό κόστος αυξήθηκε κατά 17.3% σε ετήσια βάση άρα είναι λογικό και αναμενόμενο να δούμε περαιτέρω αυξήσεις το επόμενο διάστημα. Ειδικά στα διαμερίσματα για τα οποία η ζήτηση είναι μεγάλη, τόσο από Κύπριους όσο και ξένους που έρχονται να εργαστούν στην Κύπρο, κυρίως σε εταιρείες τεχνολογίας (πρόσφατα καταγράφεται ιδιαίτερα αυξημένο ενδιαφέρον από Ουκρανικές και Ρωσικές εταιρείες για δημιουργία βάσης και μεταφορά προσωπικού). Άλλωστε, όπως καταγράφηκε και στο πρόσφατο «Ενημερωτικό Δελτίο για την αγορά Ακινήτων» του Συμβουλίου Εγγραφής Κτηματομεσιτών, κατά το πρώτο τρίμηνο του 2022 η ζήτηση για διαμερίσματα υπερτερούσε κατά πολύ της αντίστοιχης για οικίες.
Υπό αυτό το πλαίσιο, επανέρχονται σταδιακά στη σφαίρα της δημόσιας συζήτησης οι αναφορές για «φούσκα» στον τομέα και ούτω καθ’ εξής. Κατά την άποψη μας δεν τίθεται θέμα φούσκας για μία σειρά από λόγους. Πρώτον επειδή η αύξηση μέχρι το τέλος του 2021 ήταν σε φυσιολογικά πλαίσια και δημιουργήθηκε κατά κύριο λόγο εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης. Δεύτερον, οι περαιτέρω αυξήσεις που αναμένονται, πρωτίστως για νεόδμητα ακίνητα, σχετίζονται αποκλειστικά με την αύξηση των τιμών των πρώτων υλών διεθνώς και είναι ένα φαινόμενο που δεν επηρεάζει μόνο την Κύπρο. Τρίτον, σύμφωνα με τον Δείκτη της Κεντρικής, οι τιμές εξακολουθούν να είναι πολύ χαμηλότερα από τις αντίστοιχες του 2007 όταν είχαν φτάσει στο αποκορύφωμά τους αλλά και σε σύγκριση με το 2010 ή το 2012 αν θέλουμε να πάμε πίσω μία δεκαετία. Ενδεικτικά, κατά το πρώτο τρίμηνο του 2010 οι τιμές ήταν στο «100» ενώ κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2022, μόλις στο «81». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Κεντρική «οι τιμές των ακινήτων στην Κύπρο, γενικά, δεν έχουν παρουσιάσει τα τελευταία χρόνια τις μεγάλες ανοδικές τάσεις που παρατηρούνται σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης (με εξαίρεση την αγορά πολυτελών διαμερισμάτων στην επαρχία Λεμεσού)». Με βάση όλα τα πιο πάνω λοιπόν, το ζήτημα φούσκας στις τιμές των ακινήτων δεν υφίσταται.
Εκτίμησή μας είναι πως και οι επόμενοι μήνες θα χαρακτηρίζονται από εκτεταμένη αβεβαιότητα ενώ η αύξηση στο κόστος βασικών αγαθών θα συνεχίσει να ασκεί πίεση στην αγοραστική δύναμη των καταναλωτών οι οποίοι θα είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί με τις αποφάσεις τους, ιδιαίτερα για αγορές μεγάλης αξίας. Από την άλλη, υπάρχει ήδη μεγάλο απόθεμα μεταχειρισμένων ακινήτων στην αγορά, το οποίο σταδιακά αυξάνεται και λόγω του έντονου ανταγωνισμού που επικρατεί προκύπτουν και ευκαιρίες, τόσο για ιδιοκατοίκηση ή απόκτηση δεύτερης κατοικίας όσο και για επενδυτικούς σκοπούς.
Η αγορά ακινήτων έδειξε ιδιαίτερες αντοχές τόσο κατά τη διάρκεια της πανδημίας όσο και σ’ αυτήν τη νέα περίοδο αβεβαιότητας και είμαστε αισιόδοξοι πως θα αντεπεξέλθει για ακόμα μία φορά χωρίς τις όποιες αρνητικές επιπτώσεις.