Τα μεταβαλλόμενα δημογραφικά στοιχεία της Κύπρου προκαλούν αλλαγές στην αγορά ακινήτων, εντείνοντας τις κοινωνικοοικονομικές ανισορροπίες και δημιουργώντας πολωμένες κοινότητες. Ακούγεται λίγο δραματικό; Ας το αναλύσουμε.

Του Παύλου Λοΐζου, CEO της Ask WiRE

Ο πληθυσμός στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές του νησιού ανήλθε σε 918.100 το 2021, σημειώνοντας μια αύξηση 9,2% από 840.000 σε σχέση με πριν δέκα χρόνια, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της τελευταίας απογραφής πληθυσμού. Μη καταχωρημένα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η αύξηση είναι πολύ μεγαλύτερη, καθώς πολλοί δεν συμμετείχαν στην απογραφή λόγω των περιορισμών κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19. Από τον Ιανουάριο του 2022 περισσότεροι από 20.000 Ουκρανοί, Λευκορώσοι και Ρώσοι μετακόμισαν στην Κύπρο λόγω του πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Ο Υπουργός Εσωτερικών ανακοίνωσε πρόσφατα ότι έως τον Αύγουστο του 2022, 4.524 οικογένειες υπέβαλαν αίτηση για μετεγκατάσταση τους στην Κύπρο στο πλαίσιο της «πρωτοβουλίας για μεταφορά επιχειρηματικής έδρας ή εργασιών (Headquartering Initiative)» στο νησί. Με άλλα λόγια εταιρείες του εξωτερικού ενθαρρύνθηκαν να μεταφέρουν την έδρα τους στο νησί μας για να δραστηριοποιηθούν επιχειρηματικά. Υποθέτοντας ότι το μέσο μέγεθος ανά οικογένεια είναι 4 άτομα, αυτό συνεπάγεται επιπλέον 18.000 άτομα μόνο από αυτή την μετεγκατάσταση. Συνολικά, από το 2011 ο πληθυσμός της Κύπρου έχει αυξηθεί κατά 150.000 περίπου άτομα, δηλαδή ισοδύναμο με τον πληθυσμό της επαρχίας Λάρνακας.

Το σημερινό ποσοστό γονιμότητας στην Κύπρο είναι 1,31 γεννήσεις ανά γυναίκα, πολύ χαμηλότερο από το επίπεδο αναπλήρωσης των θανόντων και ακόμα χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ανέρχεται στο 1,55. Ως αποτέλεσμα, το μέσο μέγεθος νοικοκυριού μειώθηκε από 2,8 άτομα που ήταν το 2011 σε 2,6 άτομα το 2021. Επιπλέον, τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών αυξήθηκαν σε ποσοστό επί του συνολικού πληθυσμού από 13,3% το 2011 σε 16,7% το 2021. Σε πρόσφατη ομιλία του σε εκδήλωση της Παγκύπριας Οργάνωσης Πολυτέκνων, ο Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης, αφού αναγνώρισε ότι η Κύπρος αντιμετωπίζει σοβαρό «δημογραφικό πρόβλημα» -προσθέτοντας και το πατριωτικό στοιχείο της «προστασίας του ελληνισμού»-, δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «είναι υποχρέωση, αν όχι και επιτακτική ανάγκη, να διαιωνίσουμε τον πληθυσμό μας σε αντίθεση με τις χώρες εκείνες που εκμεταλλεύονται τους πρόσφυγες και τους μετανάστες για να ενισχύσουν τον πληθυσμό τους». Γελοίο; Ανησυχητικό; Επικίνδυνο; Όλα τα παραπάνω.

Ας συνοψίσουμε λοιπόν με βάση τα πιο πάνω τι έχει συμβεί. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες η χώρα μας έχει ενθαρρύνει τους ξένους να κάνουν διακοπές, να αγοράσουν ακίνητα και να αναπτύξουν επιχειρηματική δραστηριότητα στο νησί. Αυτό ήταν και παραμένει θετική εξέλιξη, με σημαντικά κεφάλαια να διακινούνται εντός της κυπριακής οικονομίας, να μεταφέρεται τεχνογνωσία στους ντόπιους και οι κυπριακές επιχειρήσεις να επωφελούνται από την ύπαρξη περισσότερων και πιο εύπορων πελατών. Ο ρυθμός των επενδύσεων και της μετεγκατάστασης στο νησί έχει αυξηθεί από την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ το 2004, γεγονός που, σε συνδυασμό με αλλαγές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς ορισμένων βασικών εταιρειών σε όλο το νησί (π.χ. τράπεζες, εταιρείες τηλεπικοινωνιών, αεροδρόμια, λιμάνια κλπ.), οδήγησαν σε ένα πολύ διαφορετικό κοινωνικοοικονομικό τοπίο από αυτό που είχαν συνηθίσει οι Κύπριοι έως και πριν από μια δεκαετία.

Η αύξηση του πληθυσμού έχει ωθήσει τα ενοίκια των κατοικιών σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα από ότι μπορούν να αντέξουν οικονομικά οι ντόπιοι, ενώ πολλοί εξετάζουν το ενδεχόμενο να μετακομίσουν σε νέες περιοχές, ειδικά αυτές που είναι εκτός της Λεμεσού. Επιπλέον, πολλά εστιατόρια, καταστήματα και άλλοι χώροι αναψυχής απευθύνονται πλέον αποκλειστικά σε ξένους και η ανώτερη αυτή κοινωνική τάξη είναι πλέον απρόσιτη για την πλειοψηφία του πληθυσμού. Η εισροή πληθυσμού έχει επίσης προκαλέσει αύξηση του κυκλοφοριακού, έχει δημιουργήσει αυξανόμενες λίστες αναμονής για φοίτηση στα ιδιωτικά σχολεία, εκτός από την επιπρόσθετη πίεση στις ιατρικές υπηρεσίες και την εκπαίδευση η οποία  δεν ήταν προετοιμασμένη να ανταποκριθεί σε τόση ζήτηση από μη ελληνόφωνες.

Η χώρα εξιτάρεται και θέλει να προσελκύσει όλο και περισσότερο νέους και εύπορους ξένους. Αυτή η επιλεκτική τάση είναι πιθανό να ενισχυθεί περαιτέρω, καθώς μια σειρά από νέες αναπτύξεις που σχεδιάζονται σε όλο το νησί, ειδικά στη Δυτική Λεμεσό και στο κέντρο της πόλης της Λάρνακας, στοχεύουν σε ξένους αγοραστές, κάτι το οποίο ενισχύει σημαντικά την μετεγκατάσταση. Πράγματι, ορισμένες εταιρείες αποκτούν και αναπτύσσουν ακίνητα για να φιλοξενήσουν το δικό τους προσωπικό, δημιουργώντας ενδεχομένως μικρές, οργανωμένες κοινότητες με εταιρική ταυτότητα. Δεν μπορώ παρά παρομοιάσω αυτές τις εξελίξεις με Οργουελικό εφιάλτη.

Εάν το νησί καταφέρει να γίνει και να διατηρήσει την ελκυστικότητά του ως ένας σημαντικός γεωπολιτικός προορισμός και κέντρο επιχειρηματικής δραστηριότητας των συγκεκριμένων εταιρειών, τότε η ζήτηση θα συνεχιστεί αμείωτη (αν και οι τιμές, λόγω της επερχόμενης αύξησης της προσφοράς τα επόμενα 2-5 χρόνια, θα προσαρμοστούν ανάλογα). Είτε έτσι είτε αλλιώς, οι ντόπιοι είναι απίθανο να επωφεληθούν από αυτό βραχυπρόθεσμα, εκτός εάν ήδη κατέχουν ακίνητη περιουσία. Μακροπρόθεσμα, είναι θέμα της κυβέρνησης να αλλάξει το εκπαιδευτικό σύστημα, να βελτιώσει την ενσωμάτωση των ξένων στην κυπριακή κοινωνία, να παράσχει ευκαιρίες στους ντόπιους και να αναβαθμίσει τις παρεχόμενες της υπηρεσίες. Για να είμαστε σαφείς, οι ενέργειες της κυβέρνησης όσον αφορά την προσέλκυση επιχειρήσεων και τεχνογνωσίας από το εξωτερικό είναι σε γενικές γραμμές προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, αυτά φαίνεται να είναι ad-hoc και όχι μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου, καθώς έχουν θέσει τις ντόπιες επιχειρήσεις σε μειονεκτικότερη θέση έναντι των ξένων.

Πολλές φορές χρησιμοποιούμε την κυπριακή έκφραση: «έχει το κοκκαλούιν του πουπούξιου». Στα παλιά χρόνια πίστευαν ότι αυτός που κρατούσε το κόκαλο του συγκεκριμένου πετούμενου, μπορούσε να παντρευτεί τη γυναίκα που αγαπούσε, να αθωωθεί στο δικαστήριο (!), και πολλά άλλα. Πολύ συχνά οι δημοσιογράφοι και οι σχολιαστές της αγοράς χρησιμοποιούν αυτή την έκφραση για να περιγράψουν πώς η Κύπρος, δεδομένης της ταραγμένης ιστορίας της, έχει τον τρόπο να ξεφεύγει πάντα από τα προβλήματα. Ωστόσο, για να είναι τόσο αποτελεσματικό το κοκκαλούιν, το πουλί θα έπρεπε να σκοτωθεί χωρίς την χρήση όπλου. Στη συνέχεια θα έπρεπε να θάψει το πουλί στο έδαφος για 40 ημέρες, μετά να το ξεθάψει, να βγάλει το κοκκαλούιν από τον σκελετό του πουλιού και ακολούθως να το πλύνει σε 40 σιντριβάνια που όλα υποτίθεται ότι έβλεπαν προς την ανατολή. Αντιλαμβάνεστε ότι δεν θα έχουμε για πάντα το κοκκαλούιν του πουπούξιου και κάποια στιγμή θα πρέπει να αποφασίσουμε να σοβαρευτούμε.

Σημείωση: Κανένα πουλί δεν τραυματίστηκε κατά τη σύνταξη αυτού του άρθρου.

Ακολουθήστε μας στο Facebook, Instagram και Twitter