Δύο συνήθη ερωτήματα, τα οποία προβληματίζουν αρκετούς: «Γιατί χρειάζεται η ύπαρξη της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας;» και «Γιατί χαίρει μεγαλύτερης αναγνώρισης από την -συνήθως άγνωστη- Παγκόσμια Ημέρα του Άνδρα;». Εικάζω, πως μια σύντομη αναφορά στη θέση της γυναίκας στα ιστορικά τεκταινόμενα, θα βοηθούσε να καταστεί σαφέστερη η σημασιολογία της Ημέρας της Γυναίκας.
Στην προκειμένη περίπτωση, ωστόσο, πρόκειται για μια θέση – φάντασμα. Ακριβώς η απουσία της, τόσο στην παραγωγή της ιστορίας (δηλ. ως ιστορικού), όσο και στα ιστορικά γεγραμμένα (δηλ. ως ένα ενεργό υποκείμενο που διαμορφώνει την ιστορική εξέλιξη), εξαιτίας της κοινωνικά και διαχρονικά αποδεκτής κατωτερότητάς της («αδύναμο φύλο»), κατέστησαν απαραίτητη τη θέσπιση της 8ης Μαρτίου, εκ μέρους του ΟΗΕ, από το 1977, ως Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, τόσο για τη θύμηση των ανωτέρω, όσο και για την υπενθύμιση του συνεχούς τους αγώνα για πλήρη ισότητα και δικαίωση.
Η μειονεκτική αυτή θέση, ομολογουμένως, τροφοδοτήθηκε σημαντικά από την πρόσφατη πατριαρχική ιδεολογία του 20ου αιώνα, που αναδείκνυε το ανδρικό ήθος ως υπέρτερο του γυναικείου, καθορίζοντας, παράλληλα, τους συμβατικούς και ορθόδοξους ρόλους για τη γυναίκα, η οποία καθηλώθηκε στους αιώνιους και αποκλειστικούς ρόλους της μητέρας, της συζύγου, της αδελφής και της κόρης. Η γυναίκα, λοιπόν, ως αποτέλεσμα του παραπάνω κυκεώνα, κατέστη ένα σημείο αρνητικής αξίας, ένας τόπος της ανδρικής επιθυμίας, ένα αντικείμενο κοινωνικής ανταλλαγής των ανδρών κτλ., σε κάθε, όμως, περίπτωση κάτι «διαφορετικό-από-τον-άνδρα».
Ενδεικτικό στοιχείο, ο κινηματογράφος, ένα ακραιφνές πολιτιστικό προϊόν του περασμένου αιώνα, που συνέδραμε ποσοτικά και ποιοτικά σε αυτήν την ελκυστική διαστροφή της εικόνας της γυναίκας, παρουσιάζοντάς την, ανελλιπώς, ως απαθή θεατή μονομαχιών της εποικοδομητικής εργασίας του άνδρα, αδέξια στον χειρισμό παντοειδών καταστάσεων και θύμα της ανδρικής επίθεσης και βουλιμίας.
Ωστόσο, πέραν της πατριαρχικής ιδεολογίας, η κοινωνικά αποδεκτή υποβάθμιση της γυναίκας ενέχει ρίζες βαθιά ριζωμένες. Οι άνθρωποι «του πνεύματος» -προφανώς άρρενες-, κάθε εποχής, φρόντισαν για την εμπέδωση, την κληροδότηση και τη διαιώνιση της μειονεκτικής της θέσης με τον κάθε δυνατό τρόπο από γενιά σε γενιά. Βασικές τομές αποτελούν η φράση του αρχαίου ποιητή Μενάνδρου: «Θάλασσα και πυρ, και γυνή τρίτον κακόν», η ιδεολογία του Ιουδαϊσμού: Αδάμ (πνεύμα) – Εύα (σάρκα, φθορά), το κάψιμο των υποτιθέμενων “Μαγισσών” στον Μεσαίωνα και η απουσία γυναικών στις ιδεολογικοπολιτικές συζητήσεις του Διαφωτισμού.
Ευτυχώς, το παραγωγικό έργο του Φεμινιστικού Κινήματος, των δεκαετιών 1970-1980, έκανε αλματώδη βήματα, ανοίγοντας το δρόμο για την ανατροπή των κοινωνικών μηχανισμών και των συνθηκών που τροφοδοτούσαν την υπεροχή και την ιδεολογία της υποτιθέμενης ανδρικής ανωτερότητας. Εκτός αυτών, το Φεμινιστικό Κίνημα έδωσε ένα αλματώδες έναυσμα κοινωνικής και πολιτικής απελευθέρωσης, όχι μόνο στις γυναίκες, αλλά και στις ευρύτερες κοινωνικές ομάδες, που η πατριαρχική ιδεολογία και η μακραίωνη, κατασκευασμένη και απάνθρωπη «ηθική» περιθωριοποιούσαν αδιάλειπτα. Έτσι, άτομα με «διαφορετική» σεξουαλικότητα από τη μέχρι τότε προκαθορισμένη κι αποκλειστικά επιτρεπτή, άτομα με εμφανέστερο διαχωρισμό του κοινωνικού από το βιολογικό τους φύλο, άτομα με σωματικές και ψυχικές νόσους κτλ., μπόρεσαν να διεκδικήσουν το θεμελιώδες δικαίωμα ελευθερίας της έκφρασης και ισότητας σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας.
Ολοκληρώνοντας, η 8η Μαρτίου δεν αποτελεί, απλώς, ένα εικοσιτετράωρο ένδειξης αγάπης και τρυφερότητας προς τις γυναίκες, όπως βλέπουμε παντού στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης: «είμαστε μοναδικές», «η κάθε γυναίκα είναι όμορφη», «είμαστε/είσαστε μοναδικά πλάσματα» κτλ. Το νόημα της εν λόγω ημέρας αφορά σε ζητήματα βαθιά ριζωμένα στις νοοτροπίες και τις αντιλήψεις της ανθρωπότητας, που αντανακλούν όχι τόσο στο «φαίνεσθαι» (σώμα, εμφάνιση, βάρος κτλ.) της γυναίκας -το οποίο, εννοείται, πως είναι εξίσου σημαντικό-, όσο στο «είναι» της (ισότητα, αναγνώριση, δικαίωση κτλ.). Μόνο όταν εμπεδωθεί η ύπαρξη αυτής της υποσυνείδητης στασιμότητας θα επέλθει η κατάρριψή της, και τότε θα μπορούμε να μιλάμε για μια πραγματική ισότητα μεταξύ των φύλων σε άπαντες τους τομείς του κοινωνικού γίγνεσθαι και, μακρόχρονα, η ύπαρξη της «Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας» θα καταστεί, επιτέλους, απλώς, συμβολική.