Ενεργειακή κρίση ή έλλειψη ενέργειας ορίζεται ως το οποιοδήποτε σημαντικό εμπόδιο στον εφοδιασμό μιας οικονομίας με ενεργειακούς πόρους. Η ενεργειακή κρίση αναφέρεται συχνά σε μία από τις πηγές ενέργειας που χρησιμοποιούνται σε συγκεκριμένο χρόνο και τόπο. Ειδικότερα, οι πηγές ενέργειας που τροφοδοτούν τα εθνικά συστήματα ηλεκτρισμού ή οι πηγές ενέργειας που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για τη βιομηχανική ανάπτυξη και τις μεταφορές.
Για παράδειγμα, η πετρελαϊκή κρίση του 1973 ή η πρώτη πετρελαϊκή κρίση ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 1973 όταν τα μέλη του Οργανισμού Αραβικών Πετρελαιοεξαγωγικών Χωρών, υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, κήρυξαν εμπάργκο πετρελαίου. Το εμπάργκο είχε στόχο χώρες που είχαν υποστηρίξει το Ισραήλ κατά τη διάρκεια του Δ’ Αραβοϊσραηλινού πολέμου (πόλεμος του Γιομ Κιπούρ). Αρχικά το εμπάργκο είχε στόχο τον Καναδά, την Ιαπωνία, την Ολλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, αν και επεκτάθηκε αργότερα στην Πορτογαλία, Ροδεσία και Νότια Αφρική. Μέχρι το τέλος του εμπάργκο τον Μάρτιο του 1974, η τιμή του πετρελαίου είχε αυξηθεί σχεδόν 300 τοις εκατό, από 3 δολάρια το βαρέλι σε σχεδόν 12 δολάρια το βαρέλι παγκοσμίως.
Αυτή η αύξηση των τιμών είχε θετικές επιπτώσεις στις χώρες που εξήγαγαν πετρέλαιο. Οι χώρες της Μέσης Ανατολής που κυριαρχούνταν από καιρό από τις βιομηχανικές δυνάμεις είχαν πάρει τον έλεγχο ενός ζωτικού προϊόντος. Ως αποτέλεσμα, οι εξαγωγικές χώρες πετρελαίου άρχισαν να συσσωρεύουν τεράστιο πλούτο. Όμως, το εμπάργκο προκάλεσε πετρελαϊκή κρίση, ή «σοκ», με πολλές βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην παγκόσμια πολιτική και την παγκόσμια οικονομία. Αργότερα ονομάστηκε το «πρώτο πετρελαϊκό σοκ», ακολουθούμενο από την πετρελαϊκή κρίση του 1979, που ονομάστηκε το «δεύτερο πετρελαϊκό σοκ».
Λόγω του εμπάργκο, η ζωή στις ΗΠΑ έγινε ξαφνικά «πιο αργή, πιο σκοτεινή και πιο κρύα» καθώς η κατανομή των καυσίμων γινόταν με δελτία, τα φώτα έσβηναν στην πλατεία Times Square, εισήχθησαν εθνικά όρια ταχύτητας για την εξοικονόμηση των καυσίμων και επιβλήθηκαν περιορισμοί στην οδήγηση το Σαββατοκύριακο σε μια προσπάθεια εξοικονόμησης καυσίμων. Το εμπάργκο δεν ήταν ομοιόμορφο σε όλη τη Δυτική Ευρώπη. Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ελβετία και η Νορβηγία απαγόρευσαν τις πτήσεις, την οδήγηση και τη χρήση θαλάσσιων μέσων τις Κυριακές. Στη Σουηδία η κατανομή βενζίνης και πετρελαίου θέρμανσης γινόταν με δελτία. Η Ολλανδία επέβαλε ποινές φυλάκισης για όσους χρησιμοποιούσαν περισσότερο ηλεκτρισμό από αυτόν που προέβλεπε το δελτίο. Ποια είναι τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την πρώτη και τη δεύτερη πετρελαϊκή κρίση; Με απλά λόγια οι ενεργειακές κρίσεις της δεκαετίας του ’70 οδήγησαν σε μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την εξοικονόμηση ενέργειας, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την πυρηνική ενέργεια.
Τι γίνεται με τη σημερινή ενεργειακή κρίση; Σήμερα η ΕΕ πληρώνει υψηλό τίμημα για την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο. Σήμερα η ΕΕ βρίσκεται σε ενεργειακή κρίση όχι πετρελαϊκή κρίση αλλά κρίση φυσικού αερίου. Όχι πετρελαϊκό σοκ αλλά σοκ φυσικού αερίου. Γιατί; Η Ρωσία, ως ανταπόδοση επειδή επλήγη από κυρώσεις μετά την εισβολή της στην Ουκρανία, διακόπτει σταθερά την παροχή φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται για τη θέρμανση σπιτιών, την παραγωγή ηλεκτρισμού και για χρήση στη βιομηχανία, οδηγώντας σε ψηλούς ενεργειακούς λογαριασμούς σε όλη την ΕΕ.
Μήπως χρειάζεται η ΕΕ να προχωρήσει σε επενδύσεις ανανέωσης των τεχνολογιών χρήσης ορυκτών καύσιμων ή επιτάχυνση των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας; Η απάντηση είναι απλή: Επιτάχυνση των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μαζί με δράσεις για εξοικονόμηση ενέργειας και για την ανάπτυξη της αγοράς υδρογόνου στην ΕΕ. Ήδη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε το σχέδιο RePowerEU για τον τερματισμό της εξάρτησης της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο το συντομότερο δυνατόν. Πρόκειται στην πραγματικότητα για μια προσπάθεια της ΕΕ να επιταχύνει τη στρατηγική της προς την κατεύθυνση της ενεργειακής μετάβασης η οποία αναμένεται να επιτευχθεί με κοινωνικά δίκαιο, οικονομικά αποδοτικό και ανταγωνιστικό τρόπο.
Μέχρι την ολοκλήρωση της ενεργειακής μετάβασης τα αποθέματα φυσικού αερίου στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου μπορούν να αποτελέσουν μια μεταβατική λύση για την εξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο. Χρειάζεται όμως ένα κοινό στρατηγικό σχέδιο που θα λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων: (α) τη σύνδεση των χωρών της Νοτιοανατολικής Μεσογείου με τις Ευρωπαϊκές χώρες μέσω ηλεκτρικών διασυνδέσεων, όπως οι διασυνδέσεις Euroasia και Euroafrica, (β) τη σύνδεση των χωρών της Νοτιοανατολικής Μεσογείου με τις Ευρωπαϊκές χώρες μέσω αγωγών φυσικού αερίου ή/και εικονικών αγωγών φυσικού αερίου, όπως το έργο EastMed, (γ) την ένταξη αειφόρων ενεργειακών τεχνολογιών σε όλες τις χώρες της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, (δ) τη χρήση υδρογόνου μετά το 2030, το οποίο θα παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και από την αναμόρφωση φυσικού αερίου, (ε) την εξαγωγή ηλεκτρισμού προς τις Ευρωπαϊκές χώρες, και (στ) την εξαγωγή υδρογόνου προς τις Ευρωπαϊκές χώρες.
Εν κατακλείδι το σχέδιο RePowerEU της ΕΕ για την επιτάχυνση της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογιών αποθήκευσης, καθώς και του υδρογόνου, την ενεργειακή απόδοση και την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε να αυξηθεί η δυναμικότητα των διασυνδέσεων ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ των Κρατών Μελών, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Απώτερος στόχος είναι να μετατραπεί το υφιστάμενο ενεργειακό σύστημα της ΕΕ σε ένα αειφόρο, τεχνολογικά προηγμένο και έξυπνο σύστημα, όπου η χρήση ορυκτών καυσίμων θα μειωθεί αρχικά και αργότερα θα εξαλειφθεί με τη μετάβαση προς την οικονομία του υδρογόνου.